Η λαπαροσκόπηση είναι μία χειρουργική μέθοδος με την οποία αποκτούμε πρόσβαση στο εσωτερικό της κοιλιάς της γυναίκας ώστε, είτε να θέσουμε τη διάγνωση ενός προβλήματος π.χ. ενδομητρίωσης, συμφύσεων κ.τ.λ. (διαγνωστική λαπαροσκόπηση), είτε να πραγματοποιήσουμε μία χειρουργική επέμβαση (επεμβατική λαπαροσκόπηση).
Με εξαίρεση λίγα μόνο κλινικά σενάρια, όλες οι κοιλιακές χειρουργικές επεμβάσεις της γυναικολογίας πραγματοποιούνται σήμερα με τη λαπαροσκοπική μέθοδο, από εξειδικευμένους γυναικολόγους (ενδοσκοπικοί χειρουργοί γυναικολόγοι), σε ειδικά διαμορφωμένες χειρουργικές αίθουσες που διαθέτουν εξοπλισμό υψηλής τεχνολογίας.
Κατά τη διάρκεια της λαπαροσκόπησης, μία μακριά και λεπτή κάμερα (λαπαροσκόπιο) εισάγεται στην κοιλιά της γυναίκας από μία μικρή οπή – τομή μεγέθους 5-10 χιλιοστών, συνήθως στον ομφαλό. Τα υπόλοιπα 1 έως 3 (αναλόγως του χειρουργείου που θα πραγματοποιηθεί) λεπτά και μακριά λαπαροσκοπικά εργαλεία εισάγονται στην κοιλιά από αντίστοιχες μικρές οπές 5-10 χιλιοστών.
Η διάρκεια του χειρουργείου εξαρτάται από την ένδειξη της επέμβασης π.χ. διαφορετική για την αφαίρεση μιας κύστης ωοθήκης συγκριτικά με μία λαπαροσκοπική υστερεκτομή. Η γυναίκα μπορεί να φύγει από το νοσοκομείο σε 12 – 48 ώρες μετά την επέμβαση και συνήθως θα χρειαστούν ήπια παυσίπονα από το στόμα και αντιβίωση για λίγες ημέρες.
Η λαπαροσκόπηση είναι μία σχεδόν αναίμακτη χειρουργική τεχνική, που προσφέρει τα εξής πλεονεκτήματα:
- καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα (οι πολύ μικρές τομές είναι σχεδόν αόρατες μετά από μερικούς μήνες).
- πολύ λιγότερο πόνο μετά το χειρουργείο.
- από κανένα έως ένα βράδυ νοσηλείας μετά το χειρουργείο, αναλόγως του χειρουργείου.
- πολύ μικρότερη ανάγκη σε παυσίπονα.
- γρηγορότερη επάνοδο της γυναίκας στις καθημερινές δραστηριότητες και την εργασία της.
- μικρότερη πιθανότητα δημιουργίας συμφύσεων στο εσωτερικό της κοιλιάς ως αποτέλεσμα της ελάχιστης δυνατής έκτασης του χειρουργικού πεδίου και του μικρότερου τραυματισμού των γειτονικών οργάνων κατά τη διάρκεια της λαπαροσκόπησης.
- μικρότερη απώλεια αίματος.